Ο βιασμός , τα καλλιστεία και η προστασία των θεσμών.
Ο βιασμός , τα καλλιστεία και η προστασία των θεσμών.
Μία ανώνυμη Κύπρια γυναίκα που την ξυλοφόρτωσε ο άντρας της και πήγε να το καταγγείλει στην αστυνομία και της είπαν να πάει πίσω σπίτι της και δεν έχει υπόθεση, διαφορετικά έχει ζήσει την υπόθεση με την νεαρή Αγγλίδα από ότι οι περισσότεροι από εμάς.
Όπως και η ανώνυμη Κύπρια γυναίκα που την πέταξε ο άντρας της έξω από το σπίτι με μια μαύρη σακούλα με λίγα ρούχα της και δύο ανήλικα παιδιά, Και αυτή πήγε στην αστυνομία και ζήτησε βοήθεια αλλά οι επί καθήκοντι της είπαν, χασκογελώντας, ότι δεν είναι δουλειά της αστυνομίας και να πάει σε δικηγόρο και στο δικαστήριο… Και αυτή διαφορετικά έζησε αυτή την υπόθεση. Ίσως εμείς δεν μπορούμε να καταλάβουμε.
Αυτές, και χιλιάδες άλλες γυναίκες στην Κύπρο ήταν, είναι και, δυστυχώς θα είναι για πολύ ακόμα, θύματα ενός συστήματος που είναι βαθιά σεξιστικό. Ενός συστήματος που στις περισσότερες περιπτώσεις αντιμετωπίζει τη γυναίκα ως αναγκαίο θύμα. Ως παράπλευρη απώλεια.
Το ίδιο σύστημα μας έδειξε τα δόντια του πριν λίγους μήνες στην υπόθεση της εξαφάνισης της Mary Rose.
Λόγω επαγγέλματος γνωρίζω τι σημαίνει να φοβάται μία γυναίκα να πάει στην αστυνομία να καταγγείλει τον άντρα της, το φίλο της, τον πατέρα της. Να ξέρει ότι αν τολμήσει, θα εξευτελιστεί και στο τέλος θα βρεθεί υπό κατηγορία και προ αδιεξόδου. Και πόσο ψυχοφθόρο και απάνθρωπο είναι όλο αυτό.
Υπάρχουν και οι εξαιρέσεις βέβαια στο αστυνομικό σώμα, αλλά ο κανόνας είναι εκεί. Η νοοτροπία είναι παγιωμένη.
Και το πρώτο που πρέπει να μας απασχολήσει, ως κοινωνία, από την υπόθεση με την Αγγλίδα και τους Ισραηλινούς είναι πως αντιμετωπίζονται οι γυναίκες-θύματα από τις αστυνομικές αρχές. Πως αντιμετωπίζεται μία γυναίκα που τολμά να καταγγείλει κάτι ειδικά εάν αυτό σχετίζεται με σεξ;
Στη περίπτωση της νεαρής κοπέλας ακόμα και εάν είπε ψέματα, αρχικά, για τον βιασμό, η μεταχείριση που έτυχε στη συνέχεια ήταν απαράδεκτη και εξευτελιστική. Διερωτώμαι μία γυναίκα που θα υποστεί πραγματικό βιασμό πως θα πάει να το καταγγείλει στην αστυνομία μετά από αυτά που είδαμε αυτές τις εβδομάδες;
Βέβαια, αυτή η απαξίωση και υποτίμηση των γυναικών είναι γενικό φαινόμενο και εκδηλώνεται στο τόπο μας ποικιλοτρόπως ακόμα και από «αθώα» γεγονότα. Είδα σήμερα, ας πούμε, την υποψηφιότητα της Αννίτας Δημητρίου στον ΔΗΣΥ και θυμήθηκα τη αλησμόνητη δήλωση Προδρόμου το 2016 «Θα κατεβούμε σε εκλογές. Δεν κάνουμε καλλιστεία». Ή τις ενέργειες του άλλου υποψήφιου στον ΔΗΣΥ, Ανδρέα Δημητρίου κατά της Ειρήνης Χαραλαμπίδου και την απόπειρα φωτογράφησης κάτω από τη φούστα της… (Σύμπτωση βέβαια ότι αυτά σχετίζονται με τον ΔΗΣΥ διότι η αρρώστια είναι παντού στην κοινωνία μας).
Το δεύτερο που πρέπει να συζητήσουμε είναι το τι είναι βιασμός με βάση το Ποινικό Κώδικα. Ο ορισμός του βιασμού ως έχει χρήζει αναθεώρησης. Με βάση τη σημερινή διατύπωση βιασμός υπάρχει όταν υπάρχει συνουσία και απουσία συναίνεσης από τη γυναίκα ή συναίνεσής της, όταν αυτή είναι αποτέλεσμα βίας ή φόβου σωματικής βλάβης. Δηλαδή εάν η συναίνεση είναι αποτέλεσμα άλλου λόγου π.χ. ψυχολογικής πίεσης τότε δεν έχουμε βιασμό. Ακόμα δεν αντιμετωπίζεται το θέμα απόσυρσης της συναίνεσης και πότε. Για παράδειγμα στη περίπτωση που συζητούμε, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η βιντεογράφηση από τρίτους και χωρίς τη συγκατάθεση της γυναίκας διακόπτει αυτόματα τη συναίνεση. Σε άλλες χώρες τα πράγματα είναι χειρότερα. Στην Ελλάδα για παράδειγμα δεν υπάρχει καν το στοιχείο της συναίνεσης στον ορισμό του βιασμού. Συνεπώς πρέπει ως κράτος και ως κοινωνία να κάνουμε αλλαγές και να εκσυγχρονίσουμε το δίκαιο που ισχύει.
Το τρίτο ζήτημα είναι αυτό της αντιμετώπισης των δικαστικών διαδικασιών και των δικαστηρίων. Πιστεύω ότι ήταν απαράδεκτη η επίθεση που δέχθηκε ο δικαστής που εκδίκασε την υπόθεση καθώς και οι χαρακτηρισμοί που εκτοξευθήκαν εναντίον του. Σήμερα μάλιστα κυκλοφόρησαν και φωτογραφίες του σε αγγλικά έντυπα. Λίγο έλειψε να βγουν και φυλλάδια «Wanted!»
Δυστυχώς δεν προστατεύθηκε η διαδικασία και το δικαστήριο όπως θα έπρεπε. Οι λόγοι είναι πολλοί και κατανοητοί σε μεγάλο βαθμό. Είμαστε στην εποχή που ο κόσμος ψάχνει να βγάλει το άκτι του έναντι οποιασδήποτε εξουσίας. Πρέπει όμως να γίνει προσπάθεια να πληροφορηθεί η κοινή γνώμη για τις δικαστικές διαδικασίες, για το πλαίσιο μέσα στο οποίο είναι υποχρεωμένα να αποφασίσουν τα δικαστήρια και ότι αυτό το οποίο μπορεί εμείς να θεωρούμε δίκαιο ή σωστό μπορεί να διαφέρει από αυτό που θα παρουσιαστεί με αποδεκτή μαρτυρία σε ένα δικαστήριο.
Μία άλλη σχετική παράμετρος είναι πως αντιμετωπίζουν οι ξένοι τις ανακριτικές μας αρχές και τους θεσμούς της χώρας μας. Θυμίζω ότι αυτή υπόθεση άρχισε με επίδειξη δύναμης και απειλές εκ πλευράς των Ισραηλινών. Τελευταία εξελίχθηκε σε μία απαράδεκτη προσπάθεια από πλευράς της Αγγλίας να υποδείξει με έμμεσο τρόπο ποιο θα έπρεπε να ήταν το αποτέλεσμα της υπόθεσης. Όλα αυτά έχουν σχέση και με το πως εμείς αντιλαμβανόμαστε και προστατεύουμε τους θεσμούς της χώρας μας. Όταν εμείς δεν έχουμε εμπιστοσύνη πως θα έχουν οι ξένοι;
Όπως έχω γράψει πριν μέρες, κατά τη γνώμη μου αυτή η ποινική δίωξη εναντίον της Αγγλίδας δεν έπρεπε να είχε καταχωρηθεί. Επίσης θεωρώ ότι δεν έπρεπε να πάρει τη τροπή που πήρε μετά τη καταχώριση της. Σε κάθε περίπτωση όμως σημασία έχει να δούμε τι διδάγματα αντλούμε από αυτή την υπόθεση και πως μπορούμε να βελτιώσουμε, εάν μπορούμε, τη κατάσταση. Όχι τόσο για εμάς αλλά περισσότερο για τα παιδιά μας. Για τις επόμενες γενιές.